Μέσα στο κατακαλόκαιρο και με κλειστά τα ΑΕΙ, η κυβέρνηση κατέθεσε με συνοπτικές διαδικασίες τον νέο νόμο που αφορά την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ενώ λοιπόν η συζήτηση για τις επικείμενες αλλαγές είχε ξεκινήσει από το φθινόπωρο του 2010, και ενώ η διαβούλευση μεταξύ υπουργείου και ακαδημαϊκής κοινότητας είχε καταλήξει σε μια πρώιμη μορφή του νόμου, καταμεσής του καλοκαιριού, η κυβέρνηση αιφνιδιαστικά εμφάνισε ένα νέο σχέδιο νόμου, με διατάξεις που ουδέποτε αναφέρθηκαν ή συζητήθηκαν προηγουμένως και μάλιστα με την έκκληση για κατεπείγουσα «διαβούλευση» μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα αλλά και υπό την προειδοποίηση ότι ο νόμος θα ψηφιστεί πάση θυσία πρίν ανοίξουν τα πανεπιστήμια.
Με μία καλά ενορχηστρωμένη επίθεση προπαγάνδας από τα ΜΜΕ, και χρησιμοποιώντας σαν τα δύο κύρια επιχειρήματα , την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου και της συμμετοχής των φοιτητών στην διοίκηση, ως αυτά που κρίνουν απαραίτητη την ψήφιση του νόμου, η κυβέρνηση προχώρησε στην κατάθεση ενός νομοσχεδίου που καταστρατηγεί τον δημόσιο χαρακτήρα του πανεπιστημίου, το αυτοδιοίκητο, την δημοκρατικότητά του, ενώ παράλληλα αφήνει μετέωρο το ζήτημα της χρηματοδότησής του. Την τελευταία πραγματικά στιγμή, και ενώ λίγες ώρες πρίν την ψήφιση του νομοσχεδίου, η αξιωματική αντιπολίτευση είχε καταθέσει ένσταση περί μη συνταγματικότητας του νόμου, τελικά με τις ευλογίες και του ΛΑΟΣ, ο νόμος ψηφίστηκε από την συντριπτική πλειοψηφία του κοινοβουλίου, αγνοώντας την πλήρη αντίθεση της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Συγκεκριμένα ο νέος νόμος προβλέπει την κατάργηση ουσιαστικών αρμοδιοτήτων από την Σύγκλητο, και την δημιουργία ενός νέου 15μελούς Συμβουλίου διοίκησης το οποίο θα αποτελείται από 8 καθηγητές, 6 εξωπανεπιστημιακούς και 1 φοιτητή (για λόγους καλλωπισμού μάλλον) και το οποίο θα κατέχει υπερεξουσίες όσον αφορά το πανεπιστήμιο, δημιουργώντας έτσι το πλέον συγκεντρωτικό και ολιγαρχικό μοντέλο για τα ΑΕΙ από μεταπολίτευσης, αφού τόσο ο πρύτανης, οι κοσμήτορες, αλλά και τα τμήματα απλά θα εισηγούνται στο Συμβούλιο. Παράλληλα το συγκεκριμένο όργανο διοίκησης αποτελεί εξόφθαλμη παραβίαση της συνταγματικής διάταξης που προβλέπει το αυτοδιοίκητο του πανεπιστημίου, γεγονός που καταδείχθηκε τόσο από την ακαδημαϊκή κοινότητα, όσο και από το νομικό συμβούλιο της Βουλής, αφού δίνει την δυνατότητα για παρέμβαση παραγόντων εκτός πανεπιστημίου στον τρόπο διοίκησής του, στην κατεύθυνση της έρευνας τους καθώς και στην κατανομή των πόρων.
Ο πρύτανης πλέον θα εκλέγεται αποκλειστικά από τους καθηγητές του κάθε πανεπιστημίου, χωρίς κάν την συμμετοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας της ακαδημαϊκής κοινότητας, δηλαδή ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ. Πλέον βασική μονάδα διοίκησης αποτελεί η σχολή και όχι το τμήμα, γεγονός που σημαίνει ότι ο κοσμήτορας που θα διορίζεται από το Συμβούλιο, θα έχει την πλήρη αρμοδιότητα για τα προγράμματα σπουδών αλλά και την κατανομή πόρων μεταξύ των τμημάτων. Οι φοιτητές θα αρκεστούν στην μειοψηφική συμμετοχή σε ένα όργανο φοιτητικής μέριμνας, στο οποίο σε μη τακτά χρονικά διαστήματα θα εισηγούνται για ήσσονος σημασίας ζητήματα που αφορούν πχ κάποια έλλειψη σε υλικό, χωρίς όμως το δικαίωμα να ΣΥΝΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ. Είναι ξεκάθαρο ότι πλέον οι φοιτητές, στα λιγοστά όργανα που θα εκπροσωπούνται, θα έχουν απλά το ρόλο του θεατή, και όχι του συνδιαμορφωτή όπως γίνεται έως και σήμερα, επαναφέροντας ουσιαστικά την καθηγητική αυθεντία στην επιφάνεια.
Το μεγαλύτερο πλήγμα όμως που καταφέρει ο νέος νόμος πλαίσιο για το πανεπιστήμιο είναι το γεγονός ότι κατακρεουργεί την ήδη αναιμική χρηματοδότηση. Πλέον η φοιτητική μέριμνα (σίτιση, στέγαση, μετακίνηση) περνάει στα τμήματα, γεγονός που θα καταστήσει δυσβάστακτο το κόστος για τμήματα που ήδη αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες τους σε αναλώσιμα, οδηγώντας τα ουσιαστικά στην επιβολή διδάκτρων (κάτι που αφήνει ανοιχτό ο νόμος). Παράλληλα με την εφαρμογή της διάταξης για ολοκλήρωση των σπουδών σε ν+2 χρόνια, εκτός του ότι θα διαγραφεί μεγάλο ποσοστό φοιτητών, αυτό που επιχειρείται να γίνει είναι να δειχθεί ότι οι ενεργοί φοιτητές είναι οι μισοί από τους εγγεγραμμένους, άρα μετά το «ξεκαθάρισμα», θα μπορεί να γίνει και μείωση κατά 50% της χρηματοδότησης. Είναι τουλάχιστον ουτοπικό σε μια χώρα όπου η φοιτητική μέριμνα είναι σε άθλια επίπεδα, και που η μέση ελληνική οικογένεια στενάζει για να σπουδάσει τα παιδιά της, να αναμένουμε από φοιτητές που αναγκάζονται να εργάζονται, να ολοκληρώνουν εμπρόθεσμα τις σπουδές τους. Θολή παραμένει η μεταβατική διάταξη που αναφέρει ότι οι φοιτητές που ήδη έχουν περάσει το ν+2 έτος φοίτησης, θα πρέπει να τηρούν τα κριτήρια που θα θέσει κάθε σχολή για να συμμετάσχουν στις εξεταστικές (πάλι δίδακτρα?). Τέλος ο νόμος δεν διασφαλίζει την δωρεάν διανομή πανεπιστημιακών συγγραμμάτων, αφήνοντας πάλι ανοιχτό το ενδεχόμενο μετακύλησης ΚΑΙ αυτού του κόστους στον φοιτητή. Το επισφράγισμα σε όλα τα παραπάνω, είναι η πρόβλεψη σε νόμο ΠΑΙΔΕΙΑΣ, για ΦΟΙΤΗΤΟΔΑΝΕΙΑ. Τι ποιο σουρεαλιστικό από μια χώρα που βούλιαξε από τα χρέη της, να ωθεί και την νεολαία της που προσπαθεί να σπουδάσει, στην χρεωκοπία?
Με το νέο νόμο πλαίσιο όμως θεσπίζονται και τα 3ετή προγράμματα σπουδών επιπέδου bachelor, τα οποία θα οδηγούν στην λήψη πιστοποιητικά χωρίς κανένα αντίκρισμα στα επαγγελματικά δικαιώματα ανοίγοντας διάπλατα τον δρόμο για την διάσπαση του ενιαίου κύκλου σπουδών και την δημιουργία προγραμμάτων 3+1, ή 3+2 για τα πολυτεχνεία που θα οδηγούν σε πτυχία εξειδίκευσης χωρίς αντίκρισμα. Και όλα αυτά τη στιγμή που το συγκεκριμένο πρόβλημα έχει αναδειχθεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με αποτέλεσμα να επιστρέφουν σε ενιαία 4ετή ή 5ετή προγράμματα σπουδών. Ενώ το σύνταγμα ρητά αναφέρει ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση προσφέρεται μόνο από το κράτος, πλέον ο νέος νόμος επιτρέπει κατατακτήριες εξετάσεις για τους αποφοίτους ΙΕΚ και κολεγίων. Δημιουργεί έτσι 2 ταχύτητες φοιτητών. Αυτούς που θα εισάγονται αξιοκρατικά μέσω πανελλαδικών, και αυτούς που θα έχουν την οικονομική ευχέρεια να παρακολουθήσουν ένα σύντομο πρόγραμμα σπουδών σε ένα ιδιωτικό κολέγιο και έπειτα θα εισάγονται στο πανεπιστήμιο.
Μεγάλη εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο νόμος προβλέπει την δημιουργία οργανισμών από κάθε πανεπιστημιακό ίδρυμα στα πρότυπα των Α.Ε με κύριο στόχο την «αξιοποίηση» της πανεπιστημιακής περιουσίας (κατά τα πρότυπα πχ της αξιοποίησης-ξεπουλήματος δημόσιας περιουσίας που επιβάλλεται από την τρόικα?) αλλά και την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων στο πανεπιστήμιο. Το γεγονός αυτό από μόνο του, θα ακυρώσει τον ρόλο του πανεπιστημίου για την ανάπτυξη της κοινωνίας και της οικονομίας, οδηγώντας το σε στρατευμένη έρευνα. Πλέον το πανεπιστήμιο λόγω του οικονομικού του αδιεξόδου θα αποτελεί υποχείριο σε κάθε λογής και προέλευσης επιχειρηματία που θα προσφέρει λίγα ψίχουλα για έρευνα πάνω στα δικά του επενδυτικά σχέδια.
Τέλος ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στην διάταξη περί ρητής κατάργησης του πανεπιστημιακού ασύλου. Το πανεπιστημιακό άσυλο αποτελεί ουσιαστικά την επιτομή της δημοκρατίας, επιτρέποντας στην ακαδημαϊκή να παράγει ελεύθερα νέες ιδέες (που ίσως το σύνολο της ευρύτερης κοινωνίας δεν ακόμη έτοιμο να αποδεχθεί). Θεσπίστηκε μετά από μεγάλους αγώνες και αποτέλεσε κατάκτηση του φοιτητικού κινήματος και της γενιάς του πολυτεχνείου που επισφραγίστηκε με την ψήφιση του νόμου 1268 το 1982. Είναι γεγονός ότι εξωπανεπιστημιακά στοιχεία καταχράστηκαν την ελευθερία που προσέφερε η συγκεκριμένη διάταξη, είναι γεγονός όμως ότι αφενώς τα περιστατικά είναι μεμονωμένα, όπως γεγονός είναι ότι ο νόμος για το άσυλο δεν εφαρμόστηκε ποτέ όπως προβλεπόταν, με ευθύνη των πρυτανικών αρχών που δεν ανέλαβαν ποτέ σοβαρά την ευθύνη για την διαφύλαξή του. Δεν είναι τυχαίο που έρχονται σήμερα οι διάφοροι καλοθελητές, τη στιγμή που έχει καταπατηθεί κάθε κατάκτηση και δικαίωμα των τελευταίων 10ετιών του μέσου Έλληνα πολίτη, να μιλήσουν για την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου και την παρουσία δυνάμεων καταστολής μέσα σε αυτό «Για παν ενδεχόμενο». Είναι δεδομένο λοιπόν ότι κάποιοι θέλουν φιμωμένη την μοναδική μερίδα των πολιτών που έχει την δυνατότητα και τη δυναμική να αντιδράσει στο γκρέμισμα της χώρας, και της προοπτικής της.
Ο νέος νόμος δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από μια επαναδιατύπωση του νόμου 815 του Κ. Καραμανλή του ‘78, ο οποίος κατέπεσε εν μέσω καταιγίδας αντιδράσεων από το οργανωμένο φοιτητικό κίνημα. Στόχος του νόμου είναι ξεκάθαρα δημοσιονομικός , να μειωθεί με οποιονδήποτε τρόπο το κόστος λειτουργίας του, να αποδομήσει την αξία των πτυχίων του ώστε να είναι ισάξια με των κολλεγίων, να απομονώσει τους φοιτητές, και να δημιουργήσει μια ταξική 3βάθμια εκπαίδευση, όπου δεν θα έχουν πρόσβαση όλοι με τους ίδιους όρους. Μετά από τα παραπάνω, γίνεται πασιφανές ότι σε καμία περίπτωση ο νέος νόμος-πλαίσιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν αποτελεί λύτρωση για το πανεπιστήμιο καθώς δεν λύνει κανένα από τα διαρθρωτικά του προβλήματα που όλοι γνωρίζουμε, αλλά μάλλον είναι η θηλιά που θα μπεί σε αυτό, στη φωνή του φοιτητή, και εν τέλει στην Ελληνική κοινωνία. Οι φοιτητές πρέπει να ενωθούμε απέναντι σε αυτόν τον νόμο, και πρώτο μας καθήκον πρέπει να είναι η ανασύσταση της ΕΦΕΕ.
ΠΡΙΝ ΨΗΦΙΣΤΕΙ ΚΑΤΑ ΑΡΘΡΟ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΕΙ Ο ΝΟΜΟΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ:
-Διασφάλιση της χρηματοδότησης του πανεπιστημίου, της φοιτητικής μέριμνας και των συγγραμμάτων
-Ρητή απαγόρευση διδάκτρων
-Διατήρηση του άρθρου περί ασύλου
-Διασφάλιση του ενιαίου κύκλου σπουδών και των επαγγελματικών δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτόν
-Μη συμμετοχή εξωπανεπιστημιακών στην διοίκηση
-Συμμετοχή των φοιτητών στην εκλογή του πρύτανη και του κοσμήτορα με ποσοστό 50% σταθμισμένο ανάλογα της συμμετοχής τους
-Συμμετοχή των φοιτητών στη Σύγκλητο με 100% εκπροσώπηση. Το Συμβούλιο να κατέχει μόνο ελεγκτικές και εποπτικές αρμοδιότητες.
-Κατάργηση μονιμότητας καθηγητικής έδρας
-Νομική θέσπιση του master of enginnering για τα πολυτεχνεία
-Καμία διάταξη για διαγραφή φοιτητή στις παρούσες οικονομικές συνθήκες και περι υποχρέωσης ολοκλήρωσης σπουδών σε ν+2 χρόνια.
-Όχι στην λειτουργία του πανεπιστημίου με επιχειρηματικά κριτήρια και πρότυπα.
Το σχέδιο νόμου μπορείτε να το διαβάσετε ΕΔΩ
Το σχέδιο νόμου μπορείτε να το διαβάσετε ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου